Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2018

Ο Εκκλησιασιαστής αισθάνεται τον κόσμο να χάνεται κάτω απ’ τα πόδια του


Καταρρέει προσεκτικά για να μην συμπαρασύρει στην πτώση του τους αγαπημένους που βρίσκονται κοντά του. Το βάρος του πονεμένου του σώματος μεγαλώνει από το ξάφνιασμα του τέλους της ζωής που καθόλου ξαφνικό δεν ήταν αν το καλοσκεφτεί κανείς.

Η αλλοίωση της συνείδησής του ήταν ένας επιβεβλημένος τρόπος πρόσκαιρης σωτηρίας, δεν θα έπρεπε να έχει παράπονο. Αντίθετα κάλλιστα θα μπορούσε να θεωρηθεί ευνοημένος από τη Νέα Τάξη Πραγμάτων που διατηρεί προσεκτικά τακτοποιημένη σε ένα κοκκάλινο κουτί στο κατάλυμά του. Στο παλαιό του δωμάτιο που καθόλου δεν το άλλαξε (ή δεν του άλλαξαν για να τον βάλλουν σε ένα μικρότερο). Μικρό πράγμα είναι αυτό; Η υπαναχώρηση των προτεραιοτήτων του προσέφερε επιπρόσθετο χρόνο ζωής. Μπορεί ζωής όχι δικής του αλλά μικρό το κακό. Μην είμαστε και πλεονέκτες.

Αναρωτιέται τί κατάλαβε ο Εκκλησιαστής που έγινε μέγας και τρανός, που γνώρισε δόξες και συγκέντρωσε τόσες γνώσεις, που ξεπέρασε όλους όσοι έζησαν πριν από αυτόν στην Ιερουσαλήμ. Και στο τέλος του χρόνου του, την απόκτηση σοφίας ακολούθησε η οδυνηρή διαπίστωση ότι η γνώση προκαλεί θλίψη, γιατί καθιστά ορατή τη δυστυχία του ανθρώπου.

Εδώ που έφθασες λίγο δεν είναι·
τόσο που έκαμες, μεγάλη δόξα.
του ψιθυρίζει ο Ποιητής.

Δεν υπάρχουν σχόλια: