Χαμηλώνω
τον πήχη των ονείρων ακόμη και δυο σκάλες -αν το μπορώ!- σε όσα αποτελούν
αποκλειστικά δικό μου πεδίο δραστηριότητας και δεν συμπαρασύρουν τις ζωές, εργασίες
και όνειρα άλλων. Προσαρμόζω τις επιδιώξεις της ζωής μου σε όρια που μπορώ να
αγγίξω χωρίς να προβαίνω σε προσβλητικό συμβιβασμό (άλλωστε εξακολουθώ να είμαι
-στο μέτρο του δυνατού- απαιτητικός και ανικανοποίητος με τον εαυτό μου).
Οι ευγενικές
(και, ακόμη περισσότερο, οι γενικές) σοφιστείες με διευκολύνουν να διαχειρίζομαι
τις λανθασμένες αποφάσεις στη ζωή μου και πάντα μου προσφέρουν μια επίπλαστη πνευματική
διέξοδο διαφυγής. Κάποια στιγμή όμως, τα λόγια τελειώνουν και τότε έρχεται η
ώρα των ποδιών. Αυτό θα μπορούσατε να το εκλάβετε ως αλληγορικό, αλλά εν προοκειμένω
είναι μια σκληρή ακριβολογία.
Κοιτάζω
τη φωτογραφία με αυτό το ανηφορικό δρομάκι προς την αγιορείτικη μονή που ανεβαίνω
τα τελευταία είκοσι χρόνια χωρίς δισταγμό και δεύτερες σκέψεις. Αυτό που μου
φαίνεται mission
impossible,
είναι ωστόσο μια αδιαπραγμάτευτη πορεία που επαναλαμβάνεται χωρίς κλαυθμούς και
μεμψιμοιρείες.
Στη
συγκεκριμένη περίπτωση, στο μέσο της πορείας προς το στόχο της μονής που
βρίσκεται λίγο μετά το τέλος της διαδρομής (αλλά σε ευθεία...), δεν υπάρχει
ένας χώρος αναμονής, ένα αναψυκτήριο ή έστω ένα παγκάκι βρε αδελφέ!
Αδιαπραγμάτευτα, η ψυχωφελής πορεία συνεχίζεται με κάποια οικονομία (Θεία;) που
με υπερβαίνει αλλά που την υπακούω πρόθυμα και με άκρατη εμπιστοσύνη.
Άθελά
μου, μόλις περιέγραψα τη ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου