Τον Ιούλιο 2001, πρωτο-εμφανίστηκε δειλά αυτή η
ενότητα στο internet site μου. Τότε η δηλούμενη «μελαγχολία» ήταν -μάλλον!-
ακραιφνής μελαγχολία. Αυτό εξάλλου φαίνεται και από το εισαγωγικό σημείωμα του
κειμένου:
Να ξεκαθαρίσω τη θέση μου:
Μελαγχολία δεν είναι μόνο η ψυχοπάθεια που
χαρακτηρίζεται από κατάθλιψη. Είναι και η τρυφερή διάθεση να αγγίζει κανείς τη
ζωή, μέσα από μια θλιμμένη αλλά και απελευθερωμένη διάθεση, που ανοίγει τα
μάτια της καρδιάς αλλά μας κάνει ευάλωτους στον πόνο. Είναι σαν φίλτρα στους
φακούς των ματιών που μας επιτρέπουν να βλέπουμε πιο συναισθηματικά, πιο βαθιά,
λεπτομέρειες του κόσμου που μας περιβάλλει που, υπό άλλες συνθήκες, θα
διαλάνθαναν.
Το Δεκέμβριο του 2002 (ΙΙ) και τον Ιούνιο του
2004 (ΙΙΙ) η ενότητα συμπληρώθηκε. Και τότε ακόμη, για μελαγχολία μου φαινόταν.
Σήμερα όμως που απνευστί προσέθεσα τους ανύποπτους καρπούς της ημέρας, άρχισε
επικίνδυνα το περιεχόμενο να μου γυρνάει σε «θυμό». Κοιτάζω πίσω και βλέπω πολύ
θυμό σε πράγματα που αποκαλούσα «μελαγχολία»...
Καταγράφω τα υπο-κείμενα που δείχνουν την
πορεία:
AYTA ΠΟΥ ΜΕ
ΜΕΛΑΓΧΟΛΟΥΝ ΙV


AYTA ΠΟΥ ΜΕ
ΜΕΛΑΓΧΟΛΟΥΝ ΙΙΙ



AYTA ΠΟΥ ΜΕ ΜΕΛΑΓΧΟΛΟΥΝ II






AYTA ΠΟΥ ΜΕ
ΜΕΛΑΓΧΟΛΟΥΝ Ι
·
Το νευρικό παιχνίδι των κάθε λογής ασθενών με τις
συσκευασίες των φαρμάκων τους. Να βλέπω την σχέση εξάρτησης του ανθρώπου με ένα
κουτί μικροσκοπικά πολύχρωμα χάπια και την ανάγκη του να επιβεβαιώνει διαρκώς
την ύπαρξή τους. Όσες φορές κοίταξα προσεκτικά τα μάτια ενός τέτοιου ανθρώπου,
είδα πάντα ένα ύφος ματαιότητας αλλά και τρυφερότητας.
·
Τα ηλιοτρόπια που αρχίζουν να μαραίνονται, σηματοδοτώντας
το τέλος του καλοκαιριού (*). Δεν τ’ αγαπώ το καλοκαίρι, κάθε άλλο, είναι
μάλλον η λιγότερο αγαπημένη μου εποχή, αλλά αυτή η βίαια και μη αντιστρέψιμη
συμβολική αλλαγή εποχής με μελαγχολεί.
(*) Τα κάθε λογής ηλιοτρόπια, τα κάθε λογής καλοκαίρια. Με
μελαγχολεί η εικονική σηματοδότηση από κάτι που δε μπορεί να γυρίσει πίσω,
ακόμα κι αν αυτό, το νέο που γίνεται, είναι για το καλό μου.
·
Να βλέπω τα άτομα να ζούμε χωρίς να έχουν κάνει το άλμα το
«πιο γρήγορα από την φθορά» που λεει ο Ελύτης. Κολλημένα, εγκλωβισμένα σε έναν
επαναλαμβανόμενο τρόπο ζωής που πια δεν είναι στάση ζωής. Είναι φυλακή χωρίς
παράθυρα.
·
Ο εαυτός μου όταν γίνεται κάποιος άλλος επειδή αισθάνεται
ότι ο αληθινός του εαυτός δεν «αρέσει».
·
Οι «επίτηδες χαρούμενοι» που λέει ο Λάκης Λαζόπουλος.
Αυτοί που δεν αφήνουν -εντελώς συνειδητά, προφανώς- στον εαυτό τους τον χρόνο
να σκεφτούν τι κρύβεται πίσω από τα πλαστικά χαμόγελα και το επιδερμικό κέφι.
·
Οι ψεύτικες ελπίδες στον ασθενή, που μπορεί να έχουν την
καλύτερη δυνατή προαίρεση από την πλευρά αυτού που τις δίνει, αλλά φέρνουν τον
ασθενή σε αμηχανία (πώς να κρύψει ότι έχει καταλάβει ότι του λένε
ανοησίες;), χώρια δηλαδή ότι τον κάνουν
να αμφιβάλλει για τη διανοητική ικανότητα των οικείων του -που δεν έχουν
καταλάβει τι συμβαίνει.
·
Η στιγμή της συνειδητοποίησης ότι όλα είναι μάταια. Πόσο
λάθος εκτίμηση και πόσο άδικη. Αλλά τί στιγμή κι αυτή, όταν η καρδιά γεμίζει με
ένα τεράστιο κενό, που στις περισσότερες περιπτώσεις δε λειτουργεί σαν μοχλός
απόλυτης απελευθέρωσης αλλά σαν παντοτινή αλυσίδα που υπενθυμίζει -άδικα- την
ματαιότητα των όσων κάνουμε.
·
Η εμμονή της δυστυχίας μιας απουσίας, μιας έλλειψης, μιας
απώλειας, που στέκει σαν αγέρωχο, θεόρατο, αμετακίνητο άγαλμα μπροστά στα μάτια
μας και μας εμποδίζει να αποτιμήσουμε τις νέες στιγμές, ακόμα και τις νέες
δυστυχίες, στις σωστές τους διαστάσεις.
·
Οι καθ’ έξιν μελαγχολικοί, που έχουν κάνει την μελαγχολία
μόνιμο σύντροφο της ζωής τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου