Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

Οι μεγαλοπρεπείς ασήμαντοι και οι λίγοι υπόλοιποι... αυτοί που ζουν Αληθινά.



Ανταρσίες  στην κεντρική πλατεία για το ειδέσθαι, αλλά στην ουσία σκυμμένο κεφάλι. Όχι από τον πρέποντα σεβασμό σε Αυτόν ή ακόμη και αυτούς που τον δικαιούνται, αλλά από καλπάζοντα φόβο που τον κυριεύει σε κάθε του βήμα. Και σκέψου οτι αυτός ο υπό συζήτηση άνθρωπος σηκώνει μια σημαία και τον ακολουθούν ζαλισμένοι ακόλουθοι που αύριο, ίσως θα έχουν την ευκαιρία να σηκώσουν τη δική τους σημαία και να βρουν ακολουθητές. Θλιβερό. Όσο θολώνει το βλέμμα των ανθρώπων στην ζωή, τόσο περισσότερη αξία αποκτούν στα μάτια τους οι μεγαλοπρεπείς ασήμαντοι. 

Κι όμως, υπάρχει μια αλάνθαστη μέθοδος που διαχωρίζει τους ανθρώπους με ουσία από τους μεγαλοπρεπείς ασήμαντους: αυτοί, οι υπέροχοι λίγοι, μπορούν να σταματήσουν το βήμα τους εκτός προγράμματος, να πιάσουν το χέρι του άγνωστου από το παγκάκι της έρημης πλατείας και να τον κοιτάξουν στα μάτια με καθαρό βλέμμα. Να τον ακούσουν, κι αν δεν καταλαβαίνουν τί τους λέει, να μην τον διαγράψουν μονομιάς ως μεθυσμένο, παράξενο ή μη ομιλούντα την επίσημη γλώσσα του περίγυρου. Να συνεχίσουν να τον τον παρακολουθούν μέχρι αυτός να σημάνει το τέλος της επικοινωνίας, όχι εκείνοι. Και μετά, να του δώσουν το δικαίωμα της αποχώρησης από το σημείο που συναντήθηκαν με δική του επιλογή και στον δικό του χρόνο.

Να μην τρίβουν τα μάτια τους αν μιλάνε σε τυφλό, ούτε να χαϊδεύουν νευρικά τα δάχτυλά τους αν λείπει το χέρι του συνομιλητή τους. Κι αν τα ρούχα του είναι τριμμένα, να μην ισιώνουν νευρικά τη μουράτη γραβάτα τους όσο αυτός τους μιλάει.
Να μη πιθανολογούν με το μυαλό τους τί μπορεί να κρύβεται πίσω από τα λεγόμενά του ανθρώπου που έχει το λόγο απέναντί  τους. Κι ούτε την εμφάνισή του να βάζουν στη ζυγαριά, ποτέ δεν ξέρεις τί σταυρό κουβαλάει αυτός... Να τον ακούν με όλες τους τις αισθήσεις, χωρίς βαθειά μέσα τους να αισθάνονται οτι τον σκλαβώνουν με την προσοχή τους, που υπό κανονικές συνθήκες δεν θα έπρεπε να του δώσουν.

Να γίνονται μεγαλόθυμοι άνεμοι που συνεχίζουν να φυσούν ασταμάτητα:  «Αναλογίστηκες ποτέ την ταπείνωση που νοιώθουν οι άνεμοι, που σμίγουν με τις βρώμικες πνοές των χνώτων;» έγραψε ο ποιητής Θανάσης Άνθιμος. Ε λοιπόν, να μην αναρωτιούνται καν γι αυτό και να προκρίνουν την αίσθηση της ανθρώπινης επαφής από τη δυσαρέσκεια της πνοής των χνώτων.
Να μην αναζητάνε σκοτεινά σοκάκια για να λάμψουν με την παρουσία τους, αλλά ούτε και φωτεινές πλατείες για να εξαφανιστούν επιδεικτικά από την κοινή θέα, γιατί κι αυτό στοφώδες είναι. Να βαδίζουν χωρίς να αισθάνονται άσχημα για το τρεμάμενο βήμα τους και να επιδιώκουν να βρίσκονται με ανθρώπους και να τους κοιτάζουν στα μάτια, ακόμη κι αν οι απέναντι βρίσκονται αναμφισβήτητα πιο ψηλά ή πολύ πιο χαμηλά απ’ αυτούς.

Δεν υπάρχουν πολλοί τέτοιοι τριγύρω...
Δεν είμαι σίγουρος ποιούς είχα στο μυαλό μου όταν έγραφα αυτό το κείμενο. Σίγουρα κάποιοι κρύβονται πίσω από τις λέξεις, γι αυτό και ολοκλήρωσα τη γραφή χωρίς διακοπή...

Δεν υπάρχουν σχόλια: